Πανδώρα: Η πρώτη θνητή γυναίκα
Η Πανδώρα αποτελεί αρχετυπική μορφή της ελληνικής μυθολογίας, αναφερόμενη ως η πρώτη θνητή γυναίκα, αντίστοιχη της βιβλικής Εύας. Η Πανδώρα μπορεί να μη δάγκωσε το μήλο, όμως εξαιτίας της «περιέργειάς» της αποδέσμευσε και σκόρπισε στην ανθρωπότητα όλα τα δεινά και τις ασθένειες, οι οποίες ήταν κρυμμένες σ’ ένα πιθάρι και το οποίο καθιερώθηκε να αναφέρεται λανθασμένα ως κουτί, παρότι οι θεοί την είχαν προειδοποιήσει να μην το ανοίξει. Όμως αυτή η απαγόρευση, σε τι χρησιμεύει, αν όχι σε πρόσχημα μιας θεϊκής συνειδησιακής τύψης;
Μάλιστα τόσο σκληρός ήταν ο μύθος, που ανέφερε πως ενώ όλα τα δεινά σκορπίστηκαν στα πέρατα της γης, η ελπίδα, αυτό το φοβερό αναλγητικό, το οποίο πρόσφεραν οι φιλεύσπλαχνοι Θεοί στους ανθρώπους, μαγκώθηκε στον πάτο του κουτιού και εκεί βρίσκεται ακόμα. Μήπως, λοιπόν, το κουτί είναι η ψυχή μας, στο οποίο πάντα, ό,τι και αν συμβεί σιγοκαίει η ελπίδα, όσα δεινά και αν συμβαίνουν γύρω μας;
Μήπως, όμως, και η ελπίδα είναι ένα δεινό, αντίστοιχο του φόβου; Ο Καζαντζάκης επέμενε πως η ελευθερία έχει άμεση σχέση με την άρνηση τόσο του φόβου όσο και της ελπίδας, διότι και τα δύο αποτελούν μηχανισμούς, οι οποίοι μας κρατούν δέσμιους των συναισθημάτων μας.
Κι όμως, εκείνος που ανοίγει τα δώρα θα πρέπει να γνωρίζει, να νιώθει την προσωπική ευθύνη για το τι πρόκειται να του συμβεί. Η γνώση δεν είναι άραγε η μεγαλύτερη συμφορά του ανθρώπου; Και αλήθεια, ποιος θα κρατούσε το κουτί ερμητικά κλειστό;
Η Πανδώρα, λοιπόν, το άνοιξε το κουτί, δε βάσταξε, αφού ήταν γυναίκα και σαν γυναίκα, ήταν περίεργη, ίσως και ανόητη ή δόλια. Τα σχόλια περιττεύουν, η ίδια πάντα γνωστή και τετριμμένη επανάληψη υποτίμησης της γυναικείας φύσης και του ρόλου της.
*Απόσπασμα απ’ το «Όταν γνώρισα τα μάτια σου» (24γράμματα, 2020)